ΦΥΣΗΤΗΡΑΣ

ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗ ΟΝΟΜΑΣΙΑ
Physeter macrocephalus (Linnaeus, 1758)
ΑΓΓΛΙΚΗ ΟΝΟΜΑΣΙΑ
Sperm whale
ΟΙΚΟΛΟΓΙΚΗ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ
IUCN Red List
Παγκοσμίως: Τρωτό (Taylor et al., 2019)
Μεσόγειος: Κινδυνεύον (Notarbartolo di Sciara et al., 2012)
ΚΟΚΚΙΝΟ ΒΙΒΛΙΟ ΕΛΛΑΔΑΣ (ΟΦΥΠΕΚΑ)
Κινδυνεύον
ΜΕΓΕΘΟΣ/ΒΑΡΟΣ
έως 16μ (♀), 21μ (♂) / 20 τόνοι (♀), 58τόνοι (♂)
ΈΤΗ ΖΩΗΣ
60 έτη
ΒΑΘΟΣ ΚΑΤΑΔΥΣΗΣ
2.250μ
ΧΡΟΝΟΣ ΚΑΤΑΔΥΣΗΣ
45-60+ λεπτά
ΤΑΧΥΤΗΤΑ
έως 34.5 χλμ/ώρα
ΔΙΑΤΡΟΦΗ
κυρίως καλαμάρια
ΠΛΗΘΥΣΜΙΑΚΗ ΤΑΣΗ
Παγκοσμίως: Άγνωστη
Μεσόγειος: Μείωση
ΓΕΩΓΡΑΦΙΚΗ ΚΑΤΑΝΟΜΗ
Αλβανία, Αλγερία, Κύπρος, Αίγυπτος, Γαλλία, Γιβραλτάρ, Ελλάδα, Ιταλία, Λιβύη, Μάλτα, Μονακό, Μαρόκο, Ισπανία, Τυνησία, Τουρκία, Βέλγιο, Μπελίζ, Μπενίν, Βραζιλία, Πράσινο Ακρωτήρι, Καμερούν, Καναδάς, Χιλή, Κίνα, Κολομβία, Κομόρες, Κόστα Ρίκα, Κροατία, Δανία, Τζιμπουτί, Δομίνικα, Εκουαδόρ, Ελ Σαλβαδόρ, Ισημερινή Γουινέα, Νησιά Φώκλαντ (Μαλβίνες), Νησιά Φερόε, Φίτζι, Γκαμπόν; Γκάμπια, Γκάνα, Γιβραλτάρ, Γροιλανδία, Γρενάδα, Γουατεμάλα, Γκινέα, Γουινέα-Μπισάου, Γουιάνα, Αΐτη, Ονδούρα, Ισλανδία, Ινδία, Ινδονησία, Ιράν, Ιρλανδία, Ισραήλ, Ιαπωνία, Κενύα, Κιριμπάτι, Κορέα, Λίβανος, Λιβερία, Λιβύη, Μαδαγασκάρη, Μαλαισία, Μαλδίβες; Νησιά Μάρσαλ, Μαυριτανία, Μαυρίκιος, Μεξικό, Μικρονησία, Μοζαμβίκη, Ναμίμπια, Ολλανδία, Νέα Ζηλανδία, Νικαράγουα, Νορβηγία, Ομάν, Πακιστάν, Παλάου, Παναμάς, Παπούα Νέα Γουινέα, Περού, Φιλιππίνες, Πορτογαλία, κ.α.
ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ
Ο φυσητήρας, είναι το τρίτο μεγαλύτερο ζώο στον πλανήτη, το μεγαλύτερο οδοντοφόρο κητώδες και το μοναδικό ζωντανό μέλος του γένους Physeter. Το σώμα του φυσητήρα είναι σαν κορμός συμπιεσμένος πλευρικά με ένα τεράστιο κεφάλι το οποίο καταλαμβάνει έως και 1/3 του συνολικού μήκους του ζώου ενώ, έχει τον μεγαλύτερο εγκέφαλο που έχει καταγραφεί στο ζωικό βασίλειο με μέσο όρο βάρους τα 8 κιλά. Το κεφάλι είναι ένα από τα πιο βασικά χαρακτηριστικά του είδους, λόγω της ασυμμετρίας του, που φαίνεται ξεκάθαρα τόσο στον σκελετό του όσο και στην εξωτερική του μορφολογία. Το κεφάλι του αρσενικού είναι πιο τετράγωνο από αυτό του θηλυκού που έχει στρογγυλεμένες άκρες.
Ο χρωματισμός του φυσητήρα είναι κυρίως σκούρο γκρι, καστανός ή γκρίζος, με λευκές περιοχές γύρω από τη γνάθο και στο κοιλιακό μέρος του ζώου. Η έκταση και το σχήμα αυτών των ελαφρών μπαλωμάτων ποικίλλει μεταξύ των ατόμων. Οι φυσητήρες μπορούν επίσης να έχουν λευκές ουλές στο σώμα τους, πιθανώς προκαλούμενες από άλλους φυσητήρες ή κεφαλόποδα. Έχει γίνει καταγραφή τουλάχιστον ενός εντελώς λευκού ατόμου τύπου αλμπίνο.
Η κάτω γνάθος είναι πολύ μικρότερη από την άνω και ελάχιστα ορατή από τα πλάγια. Έχουν μεταξύ 18 και 26 ζευγάρια κωνικών και μυτερών δόντιών, τα οποία μπορούν να φτάσουν σε μέγεθος έως 20 εκατοστά. Τα νεότερα άτομα φέρουν πιο μυτερά δόντια από ότι τα ενήλικα. Το ζώο φέρει ένα μόνο φυσητήρα σε σχήμα S το οποίο στα αρσενικά βρίσκεται στο μπροστινό αριστερό μέρος του κεφαλιού με εκπνοή 45Ο σε αντίθεση με τα θηλυκά και όλα τα άλλα κητώδη που έχουν την αναπνευστική οπή προς την μέση του ανώτερου σημείου του κεφαλιού και εκπνοή προς τα εμπρός ή κατακόρυφα. Τα πλευρικά πτερύγια είναι μικρά, φαρδιά και τριγωνικά. Ο μίσχος της ουράς είναι τονισμένος.
Το είδος έχει έντονο σεξουαλικό διμορφισμό. Τα αρσενικά είναι εμφανώς μεγαλύτερα από τα θηλυκά. Τα αρσενικά έχουν μήκος μεταξύ 15 και 21 μέτρων, ενώ τα θηλυκά κυμαίνονται μεταξύ 8 και 16 μέτρων. Τα αρσενικά του είδους στη Μεσόγειο ενηλικιώνονται στα 10 έτη (σε σχέση με τους πληθυσμούς του Ατλαντικού) και συνεχίζουν να μεγαλώνουν μέχρι τα 50, τα θηλυκά κυοφορούν 14-16 μήνες και προσέχουν τα μικρά τους μέχρι και 10 χρόνια. Το είδος συνήθως επιπλέει ακίνητο στην επιφάνεια και σχηματίζει ομάδες από 3 έως 7 άτομα.
Το είδος έχει κοσμοπολίτικη κατανομή, εντοπίζεται σε όλους τους ωκεανούς παγκοσμίως συμπεριλαμβανομένου πολικά ύδατα και τροπικές περιοχές κοντά στον ισημερινό. Το είδος φαίνεται να είναι πιο άφθονο στον Ειρηνικό ωκεανό, στην Ανταρκτική και στον Ατλαντικό ωκεανό. Παρόλα αυτά, τα δύο φύλα παρουσιάζουν σημαντικές διαφορές στις κατανομές τους. Ενώ τα θηλυκά και τα νεότερα άτομα συναθροίζονται σε εύκρατα, τροπικά νερά, τα αρσενικά ενήλικα πραγματοποιούν μεγάλες ετήσιες μεταναστεύσεις μεταξύ του ισημερινού και των πολικών περιοχών.
Ο παγκόσμιος πληθυσμός του είδους πριν από την εμπορική εκμετάλλευσή τους πιστεύεται ότι είχε φτάσει τα 1.100.000 άτομα. Κατά τη διάρκεια του 19ου αιώνα, η φαλαινοθηρία μείωσε τον πληθυσμό κατά 29% περίπου. Μετά από αυτή τη μείωση, άρχισε μια αργή διαδικασία ανάκαμψης και κράτησε μέχρι τη δεκαετία του 1950, όταν ξεκίνησε και πάλι μια εντατική δραστηριότητα φαλαινοθηρίας. Στη δεκαετία του ’70, ο πληθυσμός των φυσητήρων φτάνει στα χαμηλότερα επίπεδα. Έκτοτε, η μείωση της φαλαινοθηρίας επέτρεψε στο είδος να αρχίσει να ανακάμπτει. Οι εκτιμήσεις για το παγκόσμιο πληθυσμό του είδος προς το παρόν είναι άγνωστος καθώς επίσης και η παγκόσμια πληθυσμιακή του τάση. Παρόλα αυτά μέχρι το 2002 είχε εκτιμηθεί στα 360.000 ζώα.
Στη Μεσόγειο ο φυσητήρας έχει καταγραφεί σε ολόκληρη τη λεκάνη, από το Στενό του Γιβραλτάρ έως το πιο ανατολικό άκρο. Σταθεροί πληθυσμοί του είδους εντοπίζονται στο στενό του Γιβραλτάρ, τις Βαλεαρίδες νήσους, τη θάλασσα της Λιγουρίας και την Ελληνική Τάφρο. Παρόλα αυτά η Ελληνική Τάφρος αποτελεί το κύριο σπίτι του είδους στη Ανατολική Μεσόγειο ενώ εντοπίζεται στην Ελλάδα επίσης στο Μυρτώο πέλαγος, στην νότια Κρήτη, και τα νερά του Αιγαίου πελάγους. Ο αριθμός τους στην Ελλάδα εκτιμάται στα 200 άτομα σύμφωνα με τις τελευταίες έρευνες ενώ, Εάν στην υπόλοιπη λεκάνη της Μεσογείου, ολόκληρος ο πληθυσμός αποτελείται από 2.500 άτομα, το 45% των οποίων είναι ώριμοι ενήλικες.
Το είδος εντοπίζεται κυρίως σε περιοχές με βάθη άνω των 1.000 μέτρων βάθους με υψηλή πρωτογενή παραγωγή. Τα θηλυκά συνήθως κατοικούν σε παράκτια ύδατα βαθύτερα από τα 1.000 μέτρα, ενώ τα αρσενικά μπορούν επίσης να πλησιάσουν την ακτή, σε ρηχότερα ύδατα που σχετίζονται με την υφαλοκρηπίδα. Στη Μεσόγειο, το είδος εντοπίζεται σε βαθιά ηπειρωτικά ύδατα κοντά στην ηπειρωτική πλαγιά, αν και μπορούν να βρεθούν και σε βαθύτερα υπεράκτια ύδατα.
Το ενδιαίτημα του είδους καθορίζεται από χαρακτηριστικά όπως η κλίση και ο προσανατολισμός, το βάθος, η πρωτογενής παραγωγή, καθώς επίσης και από τη χρήση του ενδιαιτήματος (habitat usage). Κατ’ επέκταση οι περιοχές ενδιαιτήματος είναι βαθύτερες από τις περιοχές που χρησιμοποιούνται για κοινωνικοποίηση.
Το είδος είναι ευκαιριακός θηρευτής που τρέφεται κυρίως με διάφορα είδη κεφαλόποδων. Παρόλα αυτά η διατροφή του μπορεί να περιέχει και άλλα είδη ασπόνδυλων ή βενθικών ψαριών. Τα θηλυκά τρέφονται κυρίως με κεφαλόποδα όπως το γιγαντιαίο καλαμάρι (Architeuthis spp.), το καλαμάρι Humboldt (Dosidicus gigas), και ορισμένων ειδών καλαμαριών των οικογενειών Histioteuthidae, Ommastrephidae, Onychoteuthidae, Gonatidae, Pholidoteuthidae, Octopoteuthidae καθώς και με βενθικά και μεσοπελαγικά ψάρια. Τα αρσενικά τρέφονται με παρόμοια είδη όπως τα θηλυκά, αλλά τείνουν να τρώνε μεγαλύτερα άτομα ή είδη όπως το κολοσσιαίο καλαμάρι (Mesonychoteuthis hamiltoni) και άλλα βενθοπελαγικά είδη ψαριών, συμπεριλαμβανομένων καρχαριών και σαλαχιών.
Στη Μεσόγειο, οι φυσητήρες τρέφονται με παρόμοια είδη όπως σε άλλες περιοχές του κόσμου. Το 90% της διατροφής τους αποτελείται από κεφαλόποδα της οικογένειας Histioteuthidae (Histioteuthis bonnellii), και άλλες οικογένειες όπως Ommastrephidae, Onychoteuthidae, Gonatidae, Pholidoteuthidae, Octopoteuthidae και Cranchiidae.
Ο φυσητήρας, είναι ένα καλό παράδειγμα είδους αναπαραγωγικής στρατηγικής Κ. Αυτά τα είδη έχουν χαμηλά ποσοστά γεννήσεων και θανάτων και μεγάλο προσδόκιμο ζωής, ζουν μέχρι 50-70 χρόνια (την ίδια στρατηγική εφαρμόζει και ο άνθρωπος). Έχουν λίγα μικρά, αλλά τα φροντίζουν πολύ καλά για να αυξήσουν το ποσοστό επιβίωσης τους. Η αναπαραγωγή πραγματοποιείται την άνοιξη. Τα θηλυκά του ίδιου πληθυσμού συγχρονίζουν τις περιόδους οίστρου. Η κύηση διαρκεί 14 έως 16 μήνες και το ποσοστό φύλου είναι 1:1 κατά τη γέννηση.
Αν και τα αρσενικά φτάνουν σε σεξουαλική ωριμότητα στα δέκα χρόνια, δεν εμφανίζουν αναπαραγωγική συμπεριφορά μέχρι μετά τα είκοσι και συνεχίζουν να αναπτύσσονται μέχρι τα σαράντα. Τα θηλυκά φθάνουν σε σεξουαλική ωριμότητα σε ηλικία 7 έως 13 ετών.
Η κοινωνική δομή του είδους που αποτελείται από δύο διαφορετικές κοινωνικές ομάδες, οι οποίες, τις περισσότερες φορές, είναι απομονωμένες γεωγραφικά. Η μία ομάδα σχηματίζεται από θηλυκά με τους απογόνους τους και η δεύτερη από αρσενικά ηλικίας 4 έως 21 ετών. Οι ομάδες των θηλυκών προσφέρουν ορισμένα πλεονεκτήματα στο είδος, όπως η από κοινού φροντίδα των μικρών, η προστασία από τους θηρευτές και η συνεργασία στην ανεύρεση τροφής.
Η επιβίωση των μικρών είναι ζωτικής σημασίας για τα θηλυκά. Τα μικρά δεν μπορούν να καταδυθούν τόσο βαθιά όσο οι μητέρες τους κατά τη διάρκεια της σίτισης, έτσι παραμένουν στην επιφάνεια με άλλα θηλυκά της ομάδας. Οι ομάδες αυτές παραμένουν σε τροπικά ύδατα κοντά στον ισημερινό.
Οι ομάδες των αρσενικών κινούνται προς τους πόλους, παρόλο που πλησιάζουν τον Ισημερινό το χειμώνα. Καθώς τα αρσενικά μεγαλώνουν, φτάνουν σε μεγαλύτερα γεωγραφικά πλάτη κατά τη διάρκεια των μεταναστεύσεων τους και συναθροίζονται σε μικρότερες ομάδες. Τα ηλικιωμένα αρσενικά ταξιδεύουν μόνα τους. Η κοινωνική δομή συντηρεί τα πιο συγγενικά αρσενικά στην ίδια ομάδα. Τα αρσενικά επιστρέφουν στις περιοχές αναπαραγωγής για να ζευγαρώσουν προς το τέλος της δεύτερης δεκαετίας της ζωής τους.
Στην Ελλάδα στα πλαίσια της θαλάσσιας περιοχής χαρακτηρισμένη ως «Ιόνιο Αρχιπέλαγος Σημαντική Περιοχή για τα Θαλάσσια Θηλαστικά (Ionian Archipelagos Important Marine Mammal Area)» με κριτήρια το κοινό δελφίνι (Delphinus delphis) και την Μεσογειακή φώκια (Monachus monachus) λαμβάνει σχετική προστασία. Ταυτόχρονα, η περιοχή «Εσωτερικό Αρχιπέλαγος Ιονίου (Μεγανήσι, Αρκούδι, Άτοπος, Βρόμωνας)» (Inner Ionian Archipelago (Meganisi, Arkoudi, Atopos, Bromonas)) με κωδικο Natura2000, GR2220003 έχει χαρακτηριστεί εκτός άλλων ως Σημαντική Περιοχή για τα Θαλάσσια Θηλαστικά. Παρ ‘όλα αυτά, υπάρχουν πολλά σημαντικά ενδιαιτήματα του φυσητήρα που δεν προστατεύονται. Επιπλέον, υπάρχουν ορισμένοι παράγοντες όπως η αύξηση της θαλάσσιας ακουστικής ρύπανσης, λόγω της αύξησης του αριθμού των σεισμικών ερευνών που επηρεάζουν τη διατήρηση των ειδών στη Μεσόγειο.