ΣΤΑΧΤΟΔΕΛΦΙΝΟ

ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗ ΟΝΟΜΑΣΙΑ
Grampus griseus (G. Cuvier, 1812)
ΑΓΓΛΙΚΗ ΟΝΟΜΑΣΙΑ
Risso’s dolphin
ΟΙΚΟΛΟΓΙΚΗ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ
IUCN Red List
Παγκοσμίως: Μειωμένου ενδιαφέροντος (Kiszka & Braulik, 2018)
Μεσόγειος: Κινδυνεύον (Lanfredi et al., 2022)
ΚΟΚΚΙΝΟ ΒΙΒΛΙΟ ΕΛΛΑΔΑΣ (ΟΦΥΠΕΚΑ)
Κρισίμως Κινδυνεύον
ΜΕΓΕΘΟΣ/ΒΑΡΟΣ
2.6 – 4μ /500 κιλά
ΈΤΗ ΖΩΗΣ
>35 έτη
ΒΑΘΟΣ ΚΑΤΑΔΥΣΗΣ
>300μ
ΧΡΟΝΟΣ ΚΑΤΑΔΥΣΗΣ
30 λεπτά
ΤΑΧΥΤΗΤΑ
< 30 χλμ/ώρα
ΔΙΑΤΡΟΦΗ
Κεφαλόποδα και μικρόψαρα
ΠΛΗΘΥΣΜΙΑΚΗ ΤΑΣΗ
Παγκοσμίως: Άγνωστο
Μεσόγειος: Μείωση
ΓΕΩΓΡΑΦΙΚΗ ΚΑΤΑΝΟΜΗ
Αλγερία, Αγκόλα, Αργεντίνη, Αυστραλία, Μπαχάμες, Μπαρμπάντος, Βερμούδα, Βραζιλία, Καναδάς, Νησιά Κέιμαν, Χιλή, Κίνα, Κολομβία, Κομόρες, Νήσοι Κουκ, Κόστα Ρίκα, Κροατία, Κούβα, Ακτή Ελεφαντοστού, Δανία, Αίγυπτος, Γαλλία, Γερμανία, Γιβραλτάρ, Ελλάδα, Μαδαγασκάρη, Μαλδίβες, Μάλτα, Μαυρίκιος, Μεξικό, Μαρόκο, Νέα Ζηλανδία, Ομάν, Παναμάς, Περού, Σαουδική Αραβία, Σεϋχέλλες, Νησιά Σολομώντα, Νότια Αφρική, Ισπανία, Σρι Λάνκα, Σουηδία, Ταϊβάν, Ιταλία, Κύπρος, κ.α.
ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ
Το είδος φτάνει μέχρι τα 4 μέτρα ενώ ζυγίζει μεταξύ 300 και 500 κιλά. Έχει γκρί χρώμα με πολλές άσπρες ‘γρατζουνιές’, πολύ ψηλό και πιο σκούρο ραχιαίο πτερύγιο στην μέση του σώματος. Το βασικό του χαρακτηριστικό του είδους είναι το στρογγυλεμένο ρύγχος του και ο χρωματισμός του. Πρόκειται για ένα μεσαίου μεγέθους κητώδες, με συμπαγές σώμα. Τα πλευρικά πτερύγια είναι αρκετά μεγάλα, μυτερά και καμπυλωτά. Το ουραίο πτερύγιο είναι κοντό και παρουσιάζει μεγάλη αντίθεση με το μπροστινό μέρος του σώματος που είναι σαφώς παχύτερο.
Τα ενήλικα ζώα έχουν γκρι χρώμα, αν και ο χρωματισμός παρουσιάζει διαφοροποιήσεις, τα μεγαλύτερης ηλικίας άτομα έχουν πολύ περισσότερες ουλές, φτάνοντας μέχρι και να φαίνονται σχεδόν λευκά. Οι ουλές προέρχονται από την αλληλεπίδραση τους με άλλα σταχτοδέλφινα αλλά και από τα θηράματα τους. Αυτό είναι το κύριο χαρακτηριστικό του είδους, το οποίο είναι ίσως αυτό που παρουσιάζει τα περισσότερα σημάδια και αμυχές στο σώμα του. Έχει επίσης ένα λευκό μπάλωμα σε σχήμα άγκυρας στο στήθος και άλλο ένα λευκό μπάλωμα γύρω από την περιοχή των γεννητικών οργάνων. Το χρώμα των νεαρών ζώων κυμαίνεται από ανοιχτό γκρι έως σκούρο γκρι. Συνήθως δεν εμφανίζουν τόσο πολλές ουλές όπως τα ενήλικα.
Δεν έχει ρύγχος αλλά έχει λίγα χοντρά δόντια στην κάτω γνάθο. Το σταχτοδέλφινο έχει ιδιαίτερη οδοντοστοιχία. Έχει μεταξύ 2 και 7 ζευγάρια στρογγυλεμένα δόντια στο μπροστινό μέρος της κάτω γνάθου και συνήθως δεν έχει δόντια στην άνω γνάθο. Τέλος, φαίνεται να υπάρχει μικρός σεξουαλικός διμορφισμός, καθώς τα θηλυκά είναι ελαφρώς μικρότερα από τα αρσενικά. Υπάρχουν επίσης και κάποιες ενδείξεις γεωγραφικής διαφοροποίησης. Το σταχτοδέλφινο, έχει μια κοσμοπολίτικη κατανομή, που σημαίνει ότι μπορεί να βρεθεί παγκοσμίως σε εύκρατους, υποτροπικούς και τροπικούς ωκεανούς ειδικά σε νερά θερμότερα των 10 °C.
Το σταχτοδέλφινο, κατοικεί σε ύδατα με βάθος μεταξύ 400 και 1.000 μέτρων, τα οποία βρίσκονται κοντά στην ηπειρωτική πλαγιά ή σχετίζονται με τα ανοικτά του αρχιπελάγους. Υπάρχουν μελέτες που υποδηλώνουν ότι το είδος προτιμάει τα ύδατα πάνω από την ηπειρωτική πλαγιά της Μεσογείου, ειδικά τις περιοχές με απότομες πλαγιές. Αν και το μέσο βάθος για το είδος αυτό κυμαίνεται από 700 έως 1.280 μέτρα, με κορυφή στα 1.000 μέτρα, παρατηρείται και σε νερά από 400 έως 1.700 μέτρα βάθος. Το είδος παρουσιάζει μικρές διακυμάνσεις στο ενδιαίτημα του, ανάλογα με την περιοχή.
Στη Μεσόγειο, το είδος κατανέμεται σε όλη τη λεκάνη από τη Θάλασσα του Alborán έως τη Λεβαντίνη αν και έχει διαφορετικές εμφανίσεις τόσο από άποψη αφθονίας όσο και από άποψη κατανομής. Αυτό οφείλεται πιθανώς στα οικολογικά χαρακτηριστικά του είδους και στα διαφορετικά γεωμορφολογικά και χημικο-φυσικά χαρακτηριστικά των περιοχών της Μεσογείου. Πολυάριθμες μελέτες για το είδος επικεντρώνονται στην κατανομή, τη χρήση του οικοτόπου και την αφθονία του. Ορισμένες μελέτες σχετικά με τη γενετική ποικιλότητα και τη συσχέτιση μεταξύ ατόμων που έχουν ταυτοποιηθεί μέσω φωτοαναγνώρισης έχουν πραγματοποιηθεί στη Θάλασσα της Λιγουρίας.
Οι περιοχές όπου το είδος παρουσιάζει μεγαλύτερη αφθονία, ίσως λόγω μεγαλύτερης ερευνητικής προσπάθειας, είναι η θάλασσα του Alborán και της Λιγουρίας, όπου εμφανίζεται να υπάρχει ένας σταθερός πληθυσμός. Έχει παρατηρηθεί επίσης στο Τυρρηνικό Πέλαγος, στις Βαλεαρίδες και στις Ελληνικές θάλασσες. Ο πληθυσμός της Μεσογείου είναι γενετικά διαφορετικός από τον πληθυσμό του βόρειου Ατλαντικού και διαθέτει κάποια εσωτερική δομή. Στην Ελλάδα, εντοπίζεται στο Μυρτώο Πέλαγος, Χαλκιδική, Βόρειο Αιγαίο, Βόρειες Σποράδες, ΝΔ Κρήτη και Θάλασσα Κυθήρων.
Το σταχτοδέλφινο είναι κυρίως βενθικός τροφοσυλλέκτης. Η διατροφή του είδους περιλαμβάνει κυρίως κεφαλόποδα και ιδιαίτερα χταπόδι, σουπιές, και διάφορα μικρά καλαμάρια. Περιστασιακά θα τρέφεται με μικρά ψάρια όπως ο μπακαλιάρος. Το είδος κυνηγάει τη νύχτα, όταν το θηράματά του μεταναστεύουν σε επιφανειακά νερά. Στην πραγματικότητα, ο μειωμένος αριθμός δοντιών σε σύγκριση με άλλα είδη δελφινιών σχετίζεται με τη διατροφή του, η οποία αποτελείται από κεφαλόποδα. Τα κυριότερα είδη των θηραμάτων ανήκουν στις οικογένειες Histioteuthidae και Ommastrephidae.
Mελέτη που ανέλυσε το στομαχικό περιεχόμενο 15 σταχτοδέλφινων έδειξε ότι η διατροφή τους αποτελείται από 125 διαφορετικά είδη κεφαλοπόδων που ανήκουν σε 13 διαφορετικές οικογένειες. Μεταξύ αυτών, τα χταπόδια ήταν τα πιο σημαντικά, αντιπροσωπεύοντας το 49,9%, και κυρίως το είδος Argonauta argo, που αντιπροσώπευε περισσότερο από το 45% της τροφής του. Η ίδια μελέτη έδειξε ότι τα είδη καλαμαριών, όπως τα Todarodes sagittatus ή Ommastrephes bartramii, ήταν πιο σημαντικά όσον αφορά τη βιομάζα λόγω του μεγαλύτερου μεγέθους τους. Τα περισσότερα είδη θηραμάτων του Σταχτοδέλφινου κατοικούν σε ύδατα μεταξύ 600 και 800 μέτρων βάθους, τα οποία επικαλύπτονται με τον βιότοπο του είδους.
Οι γεννήσεις ποικίλλουν ανάλογα με την περιοχή. Στα ιαπωνικά ύδατα υπάρχει μια αιχμή μεταξύ του καλοκαιριού και του φθινοπώρου, αλλά στα ύδατα της Καλιφόρνιας, οι περισσότερες γεννήσεις λαμβάνουν χώρα μεταξύ του φθινοπώρου και του χειμώνα. Η κύηση διαρκεί 13 έως 14 μήνες και το μέσο διάστημα ανάμεσα σε 2 γέννες είναι 2,4 έτη. Τα θηλυκά επιτυγχάνουν τη σεξουαλική ωριμότητά στην ηλικία των 8 έως 10 ετών και τα αρσενικά λίγο αργότερα, στην ηλικία των 10 έως 12 ετών.
Αν και έχουν παρατηρηθεί ομάδες με περισσότερα από 4.000 ζώα σε περιοχές με υψηλή συγκέντρωση θηραμάτων, τα Σταχτοδέλφινα σχηματίζουν συνήθως μικρές ομάδες από 10 έως 100 άτομα, με μέσο όρο περίπου τα 30 ζώα. Οι ομάδες τείνουν να είναι μάλλον μικρές στη Μεσόγειο. Συνήθως αποτελούνται από 1 έως 130 ζώα, με μέσο όρο μεταξύ 4 και 37 ατόμων. Στη Μεσόγειο υπάρχουν εκτιμήσεις μόνο για τον πληθυσμό που ζει στην ανατολική ακτή της Ιβηρικής Χερσονήσου, ο οποίος αποτελείται από περίπου 493 άτομα.
Υπάρχουν πολλές διεθνείς συμβάσεις που προστατεύουν το σταχτοδέλφινο, όπως το παράρτημα I της σύμβασης για το διεθνές εμπόριο των ειδών άγριας πανίδας και χλωρίδας που απειλείται με εξαφάνιση (CITES), τα προσαρτήματα I και II της σύμβασης για τα αποδημητικά είδη (CMS) ή τη συμφωνία σχετικά με τη διατήρηση των κητωδών της Μαύρης Θάλασσας, της Μεσογείου και της γειτονικής περιοχής του Ατλαντικού (ACCOBAMS).