Ο Μύθος του ΑΡΙΩΝ
Η παρουσία των κητωδών, δηλαδή των δελφινιών και φαλαινών, είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με την Ελληνική μυθολογία, πάνω από 4000 χρόνια πριν και μέχρι σήμερα.
Στην Ελληνική Μυθολογία
Από την αρχαιότητα τα δελφίνια αποτελούσαν αντικείμενο θαυμασμού και υμνούνταν για το κάλος και τα προσόντα τους. Σύμφωνα με την ελληνική μυθολογία, τα δελφίνια δημιουργήθηκαν από το θεό Διόνυσο, ο οποίος γυρνώντας από τη Νάξο πιάστηκε αιχμάλωτος από Τυρρήνιους πειρατές. Όταν οι ναύτες αποφάσισαν να τον πουλήσουν ως σκλάβο στα παζάρια της Ανατολής, εκείνος, χρησιμοποιώντας τις θεϊκές του δυνάμεις, μετέτρεψε τα κουπιά σε φίδια, άφησε κληματαριές να φυτρώσουν στο κατάρτι, κρασί ξεχείλισε από τα αμπάρια, ενώ μια εκκωφαντική εκστατική μουσική ακουγόταν χωρίς προέλευση. Στους ναύτες προκλήθηκε έντονη σύγχυση, η οποία γιγάντωσε, όταν είδαν τον καπετάνιο να μετατρέπεται σε λιοντάρι, τρομοκρατώντας και οδηγώντας τους να πηδήξουν από το πλοίο στη θάλασσα. Ο θεός έσωσε μόνο όσους μετανόησαν για την πράξη τους, μεταμορφώνοντας τους σε δελφίνια.
Έκτοτε τα ζώα αυτά μετέφεραν το θεό του κρασιού από τον κάτω κόσμο κάθε χρόνο κατά την περίοδο της σοδειάς.
Για τον Όμηρο
Σύμφωνα με τον Όμηρο ο Οδυσσέας φορούσε φυλαχτά με παραστάσεις δελφινιών, ενώ και η ασπίδα του είχε ως κεντρικό μοτίβο το δελφίνι. Οι πράξεις αυτές τιμούσαν το ζώο που είχε σώσει τη ζωή του γιου του ήρωα, Τηλέμαχου, σε νεαρή ηλικία όταν κινδύνεψε να πνιγεί.
Σημαντική είναι και η παρουσία τους στο πιο ιερό σημείο και το κέντρο του αρχαίου κόσμου, τους Δελφούς. Σύμφωνα με τον «Ύμνο στον Απόλλωνα» του Ομήρου, ο επικός ποιητής περιγράφει πως ο θεός του φωτός αφού γύρισε όλη σχεδόν την Ελλάδα αναζητώντας το καταλληλότερο σημείο για το ναό του, διάλεξε τελικά μια μοναχική σπηλιά στους πρόποδες του Παρνασσού. Το σημείο όμως αυτό ανήκε στις ιέρειες της θεάς Γαίας και το φύλαγε ο δράκος Πύθωνας. Ο θεός, αφού νίκησε σε μάχη το δράκο, πήρε τη μορφή ενός κοπαδιού δελφινιών και οδήγησε ένα χαμένο πλοίο από την Κρήτη στον Κορινθιακό κόλπο σε μικρή απόσταση από τον Παρνασσό. Οι ναύτες έκπληκτοι από τη συνδρομή των δελφινιών στη διάσωση τους, ορκίστηκαν να υπηρετούν το ναό του Απόλλωνα και τον μετονόμασαν σε Δελφούς προς τιμή της μορφής που πήρε ο θεός.
Για τον Ηρόδοτο
Πολύ γνωστός είναι και ο μύθος του Αρίωνα, του λυρωδού από τη Μήθυμνα της Λέσβου. Σύμφωνα με τον «πατέρα της ιστορίας» Ηρόδοτο, ο Αρίων δούλευε στην αυλή του βασιλιά της Κορίνθου, Περίανδρου. Διάσημος για τη μουσική του σε όλη τη Μεσόγειο, έκανε ταξίδια όπου έντυνε με τις μελωδίες του τοπικές εορτές και εκδηλώσεις ευγενών. Κατά την επιστροφή του στην Κόρινθο έπειτα από ένα επικερδές ταξίδι στην Ιταλία, το πλήρωμα στράφηκε εναντίον του με σκοπό να τον ληστέψει. Σαν τελευταία επιθυμία ζήτησε να παίξει για τελευταία φορά τη λύρα του. Καθώς ολοκλήρωσε τον πένθιμο σκοπό του έπεσε στη θάλασσα, αλλά τη ζωή του έσωσε ένα κοπάδι δελφινιών που είχε μαγευτεί από τη μουσική του και τον μετέφερε στην ακτή.
Για τον Αριστοτέλη
Η πρώτη αναφορά για τη βιολογία του δελφινιού γίνεται το 350 π.Χ. από τον Αριστοτέλη, στο έργο του «ΤΩΝ ΠΕΡΙ ΤΑ ΖΩΑ ΙΣΤΟΡΙΩΝ», όπου με εξαιρετική για την εποχή ακρίβεια περιγράφει το δελφίνι ως θηλαστικό ζώο, το οποίο αναπνέει αέρα μέσω του φυσητήρα του και παρουσιάζει έντονη κοινωνική οργάνωση.
Στην Ελληνική Γλώσσα
Αξίζει να σημειωθεί ότι η λέξη «δέλφυς» στα αρχαία ελληνικά μεταφράζεται ως μήτρα, που συνδέεται ετυμολογικά με τους Δελφούς, που θεωρούνταν ο «ομφαλός της Γης».
Στην Αστρονομία
Τόσο έντονη ήταν η εκτίμηση για τα ζώα αυτά, που οι αρχαίοι αστρονόμοι τους χάρισαν μια θέση στον υπέργειο κόσμο δίνοντας το όνομα τους στον αστερισμό «Δελφίνους», που διακρίνεται στον ουράνιο θόλο από τον Ιούνιο έως τον Οκτώβριο.
Στη Θρησκεία
Ακόμη και στη δημιουργία του κόσμου αναφέρει ότι ο Θεός δημιούργησε τα μεγάλα κήτη, τα ψάρια και τα πουλιά την πέμπτη ημέρα της δημιουργίας του (Γέννεση 1.20-1.23).
Στον Μεσαίωνα
Τον μεσαίωνα τα δελφίνια και οι μεγαλόσωμες φάλαινες παρουσιάζονταν ως τέρατα της θάλασσας με διάφορες ανάμικτες μορφές ζώων της ξηράς και της θάλασσας.
Δελφίνια & Τέχνη
Τα δελφίνια έχουν εμπνεύσει πολλούς καλλιτέχνες από την αρχαιότητα μέχρι και σήμερα, που έχουν προσθέσει τη μορφή τους σε πολλά τους έργα. Παρουσιάζονται συχνά σε παραστάσεις τοιχογραφιών και μωσαϊκών σε ανάκτορα, αγγείων, γλυπτών, εμβλημάτων κ.α.